mísula - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

mísula - translation to ρωσικά

ESPÉCIE DE MÃO-FRANCESA ORNAMENTADA, GERALMENTE DE PEDRA, PRESENTE NO VOCABULÁRIO DA ARQUITETURA CLÁSSICA
Misula

mísula         
apx. консоль
mísula         
{f}
- (архит.) консоль
mísula         
арх. консоль

Ορισμός

mísula
sf (ital mensola)
1 Ornato estreito na parte inferior e largo na superior, saliente numa parede para suporte de arco de abóbada, cornija, púlpito, vaso etc.
2 Náut Curva em que, nos navios de alto bordo, assenta a varanda da popa
Var: mênsola e mênsula
M. invertida:
a que é estreita na parte superior e larga na inferior.

Βικιπαίδεια

Mísula

Uma mísula é um ornato que ressai de uma superfície, geralmente vertical, e que serve para sustentar um arco de abóbada, uma cornija, figura, busto, vaso, etc. Muito usado em estruturas de betão, na construção civil.